Ευκατάστατος στα ρωσικά

Μετάφραση: ευκατάστατος, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
изобилующий, обильный, состоятельный, богатый, а, хорошо, также, и, так
Ευκατάστατος στα ρωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ευκατάστατος

ευκατάστατος συνώνυμο, ευκατάστατος λεξικό γλώσσας ρωσικά, ευκατάστατος στα ρωσικά

Μεταφράσεις

  • ευκαιρία στα ρωσικά - возможность, случайность, шанс, случайный, риск, случай, возможности, ...
  • ευκαμψία στα ρωσικά - приспособляемость, уступчивость, маневренность, эластичность, гибкость, податливость, гибкости, ...
  • ευκολία στα ρωσικά - легкость, бойкость, гибкость, воздушность, плавность, способность, аппаратура, ...
  • ευκολόπιστος στα ρωσικά - доверчивый, легковерный, efkolopistos
Τυχαίες λέξεις
Ευκατάστατος στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: изобилующий, обильный, состоятельный, богатый, а, хорошо, также, и, так