Ευκατάστατος στα ισλανδικά

Μετάφραση: ευκατάστατος, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
auðugur, vel af, vel á, vel burt, vel stæð, vel auðigur
Ευκατάστατος στα ισλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ευκατάστατος

ευκατάστατος συνώνυμο, ευκατάστατος λεξικό γλώσσας ισλανδικά, ευκατάστατος στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • ευκαιρία στα ισλανδικά - tilviljun, tækifæri, hending, happ, tækifæri til, tækifærið, möguleika, ...
  • ευκαμψία στα ισλανδικά - sveigjanleiki, sveigjanleika, sveigjanleika til, svigrúm, sveigjanlegt
  • ευκολία στα ισλανδικά - vellíðan, auðvelda, létta, draga, slaka
  • ευκολόπιστος στα ισλανδικά - efkolopistos
Τυχαίες λέξεις
Ευκατάστατος στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: auðugur, vel af, vel á, vel burt, vel stæð, vel auðigur