Όρεξη στα εσθονικά
Μετάφραση: όρεξη, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
isu, iha, söögiisu, isutus
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: όρεξη
όρεξη να χεις λεμεσός, όρεξη να χεις πολίχνη, όρεξη να χεις, όρεξη για ζωή, όρεξη για τίποτα, όρεξη λεξικό γλώσσας εσθονικά, όρεξη στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- όργανο στα εσθονικά - rakendama, orel, vahend, instrument, riist, elund, organ, ...
- όργιο στα εσθονικά - tänavarahutus, mäss, märatsema, orgia, Orgy, Grupiseksi orgia, tüdrukud Orgy
- όρθιος στα εσθονικά - seisus, sirgeseljaline, staatus, aus, püstine, püsti, püstises, ...
- όριο στα εσθονικά - piirjoon, piir, limiit, piirmäära, piiri, piirmäär
Τυχαίες λέξεις
Όρεξη στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: isu, iha, söögiisu, isutus
Μεταφράσεις: isu, iha, söögiisu, isutus