Όρεξη στα ρωσικά

Μετάφραση: όρεξη, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
склонность, аппетит, желание, охота, аппетита, аппетиты, аппетитом
Όρεξη στα ρωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: όρεξη

όρεξη να χεις λεμεσός, όρεξη να χεις πολίχνη, όρεξη να χεις, όρεξη για ζωή, όρεξη για τίποτα, όρεξη λεξικό γλώσσας ρωσικά, όρεξη στα ρωσικά

Μεταφράσεις

  • όργανο στα ρωσικά - аппарат, выполнить, вводить, свершить, ввести, внедрять, инструмент, ...
  • όργιο στα ρωσικά - мятеж, набуянить, буянить, бунт, дебош, бунтовать, оргия, ...
  • όρθιος στα ρωσικά - стоящий, пианино, неподвижный, стаж, стан, стационарный, установленный, ...
  • όριο στα ρωσικά - стык, граница, черта, кордон, рубеж, межа, предел, ...
Τυχαίες λέξεις
Όρεξη στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: склонность, аппетит, желание, охота, аппетита, аппетиты, аппетитом