Όρεξη στα νορβηγικά
Μετάφραση: όρεξη, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
begjær, appetitt, appetitten, matlyst
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: όρεξη
όρεξη να χεις λεμεσός, όρεξη να χεις πολίχνη, όρεξη να χεις, όρεξη για ζωή, όρεξη για τίποτα, όρεξη λεξικό γλώσσας νορβηγικά, όρεξη στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- όργανο στα νορβηγικά - instrument, organ, redskap, middel, verktøy, orgel, organet, ...
- όργιο στα νορβηγικά - orgie, orgy
- όρθιος στα νορβηγικά - rank, stilling, rak, rettskaffen, rett, oppreist, stående, ...
- όριο στα νορβηγικά - grense, limit, grensen
Τυχαίες λέξεις
Όρεξη στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: begjær, appetitt, appetitten, matlyst
Μεταφράσεις: begjær, appetitt, appetitten, matlyst