Όρεξη στα ουγγρικά

Μετάφραση: όρεξη, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
vágy, étvágy, étvágyat, étvágya, az étvágyat, étvágyát
Όρεξη στα ουγγρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: όρεξη

όρεξη να χεις λεμεσός, όρεξη να χεις πολίχνη, όρεξη να χεις, όρεξη για ζωή, όρεξη για τίποτα, όρεξη λεξικό γλώσσας ουγγρικά, όρεξη στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • όργανο στα ουγγρικά - orgánum, érzékszerv, orgona, szerszám, szerv, szerve, szervek, ...
  • όργιο στα ουγγρικά - lázongás, csendháborítás, orgia, Orgy, orgiája, orgiát
  • όρθιος στα ουγγρικά - parkolás, támasztóoszlop, maradandó, álló, állomásozás, becsületes, függőleges, ...
  • όριο στα ουγγρικά - határ, korlátozás, határérték, limit, határértéket
Τυχαίες λέξεις
Όρεξη στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: vágy, étvágy, étvágyat, étvágya, az étvágyat, étvágyát