Διφορούμενος στα ισλανδικά

Μετάφραση: διφορούμενος, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
óljós, tvíræð, margrætt, vafasöm, misvísandi
Διφορούμενος στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διφορούμενος

διφορούμενος συνώνυμο, διφορούμενος αγγλικα, διφορούμενος in english, διφορούμενος συνώνυμα, διφορούμενος λεξικό γλώσσας ισλανδικά, διφορούμενος στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • διστακτικότητα στα ισλανδικά - hik, búnar, hika
  • διυλιστήριο στα ισλανδικά - súrálsframleiðslu, hreinsistöðva, olíuvinnslustöðvum
  • διχάζω στα ισλανδικά - deila, bifurcate
  • διχασμός στα ισλανδικά - deiling, skil, deild, skiptingu, skipting, Sviðið, deildar
Τυχαίες λέξεις
Διφορούμενος στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: óljós, tvíræð, margrætt, vafasöm, misvísandi