Διφορούμενος στα πολωνικά

Μετάφραση: διφορούμενος, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
powściągliwy, niepewny, niejednoznaczny, amfiboliczny, wykrętny, wątpliwy, wymijający, niejasny, różnoznaczny, dwuznaczny, wieloznaczny, niejednoznaczne, dwuznaczne
Διφορούμενος στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διφορούμενος

διφορούμενος συνώνυμο, διφορούμενος αγγλικα, διφορούμενος in english, διφορούμενος συνώνυμα, διφορούμενος λεξικό γλώσσας πολωνικά, διφορούμενος στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • διστακτικότητα στα πολωνικά - wahanie, niezdecydowanie, niepewność, wahania, zawahał, zawahania
  • διυλιστήριο στα πολωνικά - rafineria, rafinerii, rafineryjny, refinery, rafineryjnych
  • διχάζω στα πολωνικά - przedzielać, dzielenie, skłócać, różnić, porozdzielać, rozwidlać, podzielać, ...
  • διχασμός στα πολωνικά - rozdwojenie, bariera, dzielenie, przedział, dział, dywizja, wydzielenie, ...
Τυχαίες λέξεις
Διφορούμενος στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: powściągliwy, niepewny, niejednoznaczny, amfiboliczny, wykrętny, wątpliwy, wymijający, niejasny, różnoznaczny, dwuznaczny, wieloznaczny, niejednoznaczne, dwuznaczne