Δικαιώνω στα ισπανικά
Μετάφραση: δικαιώνω, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
justificar, fundar, motivar, justificar la, justifica, justificar el, justifique
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δικαιώνω
διακρίνω αγγλικά, διακρίνω συνώνυμο, διακρίνω συνώνυμα, διακρίνω english, δικαιώνω λεξικό γλώσσας ισπανικά, δικαιώνω στα ισπανικά
Μεταφράσεις
- δικαιολογώ στα ισπανικά - justificar, fundar, motivar, excusa, pretexto, excusa de, excusas, ...
- δικαιοσύνη στα ισπανικά - justicia, equidad, hermosura, juez, la justicia, de justicia, justicia de
- δικανικός στα ισπανικά - judicial, forense, forenses, forense de
- δικαστήριο στα ισπανικά - corral, patio, galantear, tribunal, juzgado, corte, cancha, ...
Τυχαίες λέξεις
Δικαιώνω στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: justificar, fundar, motivar, justificar la, justifica, justificar el, justifique
Μεταφράσεις: justificar, fundar, motivar, justificar la, justifica, justificar el, justifique