Δικαιώνω στα λιθουανικά
Μετάφραση: δικαιώνω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
pateisinti, pagrįsti, pateisina, pateisintų, pagrindžia
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δικαιώνω
διακρίνω αγγλικά, διακρίνω συνώνυμο, διακρίνω συνώνυμα, διακρίνω english, δικαιώνω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, δικαιώνω στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- δικαιολογώ στα λιθουανικά - pasiteisinimas, pretekstas, dingstis, pateisinimu, pateisinti
- δικαιοσύνη στα λιθουανικά - teisėjas, teisingumas, teisingumo, teisingumą, teisingumo erdvė, teisingumo erdvę
- δικανικός στα λιθουανικά - teismo, teismo ekspertizės, teismo medicinos, kriminalistikos, ekspertizės
- δικαστήριο στα λιθουανικά - teismas, sprendimą pateikęs teismas, kortai, teismo, teismui
Τυχαίες λέξεις
Δικαιώνω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: pateisinti, pagrįsti, pateisina, pateisintų, pagrindžia
Μεταφράσεις: pateisinti, pagrįsti, pateisina, pateisintų, pagrindžia