Δικαιώνω στα ρουμανικά
Μετάφραση: δικαιώνω, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
justifica, justifice, justifică, a justifica, justificarea
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δικαιώνω
διακρίνω αγγλικά, διακρίνω συνώνυμο, διακρίνω συνώνυμα, διακρίνω english, δικαιώνω λεξικό γλώσσας ρουμανικά, δικαιώνω στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- δικαιολογώ στα ρουμανικά - scuză, scuza, o scuză, pretext, scuză pentru
- δικαιοσύνη στα ρουμανικά - judecător, dreptate, justiție, justiției, justiția, dreptatea
- δικανικός στα ρουμανικά - juridic, criminalistice
- δικαστήριο στα ρουμανικά - curte, omagiu, tribunal, instanță, instanțe, instanței, teren de
Τυχαίες λέξεις
Δικαιώνω στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: justifica, justifice, justifică, a justifica, justificarea
Μεταφράσεις: justifica, justifice, justifică, a justifica, justificarea