Δικαιώνω στα λευκορωσικά

Μετάφραση: δικαιώνω, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
апраўдваць, апраўдаць, дапускаў апраўдваць, апраўдвала
Δικαιώνω στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δικαιώνω

διακρίνω αγγλικά, διακρίνω συνώνυμο, διακρίνω συνώνυμα, διακρίνω english, δικαιώνω λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, δικαιώνω στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • δικαιολογώ στα λευκορωσικά - апраўданне, апраўданьне, апраўдання
  • δικαιοσύνη στα λευκορωσικά - справядлівасць, справядлівасьць, справядлівасці
  • δικανικός στα λευκορωσικά - судовы, судовую, судовая
  • δικαστήριο στα λευκορωσικά - кароткi, пакой, двор, суд
Τυχαίες λέξεις
Δικαιώνω στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: апраўдваць, апраўдаць, дапускаў апраўдваць, апраўдвала