Καταστολή στα ισπανικά

Μετάφραση: καταστολή, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
represión, supresión, la represión, de represión, represión de
Καταστολή στα ισπανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: καταστολή

καταστολή σμηνουργίας, καταστολή ασθενούς, καταστολή στην εντατική, καταστολή βικιλεξικό, καταστολή λεξικό, καταστολή λεξικό γλώσσας ισπανικά, καταστολή στα ισπανικά

Μεταφράσεις

  • κατασταλαγμένος στα ισπανικά - empedernido, el, la, del, los, al
  • καταστατικό στα ισπανικά - estatuto, carta, fletar, estatutos, escritura de constitución, artículos de asociación, los estatutos, ...
  • καταστρέφω στα ισπανικά - desolar, arruinar, destrozar, devastar, destruir, anonadar, talar, ...
  • καταστρεπτικός στα ισπανικά - destructivo, destructiva, destructivos, destructivas, destructor
Τυχαίες λέξεις
Καταστολή στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: represión, supresión, la represión, de represión, represión de