Καταστολή στα σουηδικά

Μετάφραση: καταστολή, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
förtryck, repression, förtrycket, repressionen, repressiva
Καταστολή στα σουηδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: καταστολή

καταστολή σμηνουργίας, καταστολή ασθενούς, καταστολή στην εντατική, καταστολή βικιλεξικό, καταστολή λεξικό, καταστολή λεξικό γλώσσας σουηδικά, καταστολή στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • κατασταλαγμένος στα σουηδικά - den klarnade, det klarade, det klarnade, den klarade, den klargjorda
  • καταστατικό στα σουηδικά - stadga, lag, bolagsordningen, bolagsordning, av bolagsordningen, stadgar
  • καταστρέφω στα σουηδικά - ödelägga, förinta, skövla, fördärva, krossa, döda, deflower
  • καταστρεπτικός στα σουηδικά - destruktiv, destruktiva, destruktivt, förstörande, störande
Τυχαίες λέξεις
Καταστολή στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: förtryck, repression, förtrycket, repressionen, repressiva