Οξύτητα στα ισπανικά
Μετάφραση: οξύτητα, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
acerbidad, aspereza, agudeza, acritud, acidez, la acidez, de acidez, acidez de, acidez del
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: οξύτητα
οξύτητα ξυδιού, οξύτητα κρασιού, οξύτητα ελαιολάδου μετρηση, οξύτητα του ελαιολάδου, οξύτητα λαδιού, οξύτητα λεξικό γλώσσας ισπανικά, οξύτητα στα ισπανικά
Μεταφράσεις
- οξύνω στα ισπανικά - irritar, exacerbar, acidificar, afilar, agudizar, afinar, enfocar, ...
- οξύς στα ισπανικά - afilado, vivo, acedo, ácido, intenso, agrio, acre, ...
- οπή στα ισπανικά - abertura, agujero, hoyo, orificio, hoyos, agujero de
- οπαδοί στα ισπανικά - siguiente, seguidores, los seguidores, seguidores de, adeptos, discípulos
Τυχαίες λέξεις
Οξύτητα στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: acerbidad, aspereza, agudeza, acritud, acidez, la acidez, de acidez, acidez de, acidez del
Μεταφράσεις: acerbidad, aspereza, agudeza, acritud, acidez, la acidez, de acidez, acidez de, acidez del