Οξύτητα στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: οξύτητα, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
киселост, киселоста, на киселост, киселини, киселинност
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: οξύτητα
οξύτητα ξυδιού, οξύτητα κρασιού, οξύτητα ελαιολάδου μετρηση, οξύτητα του ελαιολάδου, οξύτητα λαδιού, οξύτητα λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, οξύτητα στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- οξύνω στα σλαβομακεδονικά - изостри, ги изостри, заостри, остри, се изостри
- οξύς στα σλαβομακεδονικά - киселината, акутна, акутен, акутни, акутно, акутната
- οπή στα σλαβομακεδονικά - дупка, отворот, отвор, дупката, дупки
- οπαδοί στα σλαβομακεδονικά - следбеници, следбениците, приврзаници, симпатизерите
Τυχαίες λέξεις
Οξύτητα στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: киселост, киселоста, на киселост, киселини, киселинност
Μεταφράσεις: киселост, киселоста, на киселост, киселини, киселинност