Οξύτητα στα ιταλικά

Μετάφραση: οξύτητα, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
acerbità, asperità, acidità, di acidità, l'acidità, dell'acidità, un'acidità
Οξύτητα στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: οξύτητα

οξύτητα ξυδιού, οξύτητα κρασιού, οξύτητα ελαιολάδου μετρηση, οξύτητα του ελαιολάδου, οξύτητα λαδιού, οξύτητα λεξικό γλώσσας ιταλικά, οξύτητα στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • οξύνω στα ιταλικά - affilare, affinare, affinare le, affinare la, acuire
  • οξύς στα ιταλικά - appuntito, acuto, affilato, acuminato, intenso, acre, aguzzo, ...
  • οπή στα ιταλικά - abboccatura, spiraglio, apertura, buco, foro, buche, foro di, ...
  • οπαδοί στα ιταλικά - seguace, successivo, seguente, discepolo, seguito, seguaci, seguono, ...
Τυχαίες λέξεις
Οξύτητα στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: acerbità, asperità, acidità, di acidità, l'acidità, dell'acidità, un'acidità