Οξύτητα στα ουγγρικά
Μετάφραση: οξύτητα, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
fanyarság, savasságát, savasság, savassága, savasságot, savtartalma
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: οξύτητα
οξύτητα ξυδιού, οξύτητα κρασιού, οξύτητα ελαιολάδου μετρηση, οξύτητα του ελαιολάδου, οξύτητα λαδιού, οξύτητα λεξικό γλώσσας ουγγρικά, οξύτητα στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- οξύνω στα ουγγρικά - kihegyez, élesít, élesíteni, élesítés, élesítéséhez
- οξύς στα ουγγρικά - sav, akut, kínzó, heveny, az akut, acut
- οπή στα ουγγρικά - lyuk, lyukat, furat, lyukú, lyukba
- οπαδοί στα ουγγρικά - követés, alábbi, párthívek, követői, követőkkel, követőit, követőinek, ...
Τυχαίες λέξεις
Οξύτητα στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: fanyarság, savasságát, savasság, savassága, savasságot, savtartalma
Μεταφράσεις: fanyarság, savasságát, savasság, savassága, savasságot, savtartalma