Πειστικός στα ιταλικά

Μετάφραση: πειστικός, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
convincente, convincenti, convince, convincere, persuasivo
Πειστικός στα ιταλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πειστικός

πειστικός λόγος κούτρας, πειστικός συνώνυμα, πειστικός λόγος σαββάλας, πειστικός λόγος 1, πειστικός λόγος τεύχος α, πειστικός λεξικό γλώσσας ιταλικά, πειστικός στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • πεισμωμένος στα ιταλικά - pervicace, ostinato, testardo, cocciuto, peismomenos
  • πειστήριο στα ιταλικά - prova, dimostrazione, mostra, esposizione, mostre, per mostre, Exhibit
  • πελάτης στα ιταλικά - cliente, committente, compratore, avventore, clienti, del cliente, al cliente, ...
  • πελέκι στα ιταλικά - ascia, scure, accetta, cippatrice, chipper, Bio Trituratori, cippatore, ...
Τυχαίες λέξεις
Πειστικός στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: convincente, convincenti, convince, convincere, persuasivo