Πειστικός στα λευκορωσικά
Μετάφραση: πειστικός, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
пераканаўчы, пераканаўча, пераканаўчая, пераканаўчую, важкі
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πειστικός
πειστικός λόγος κούτρας, πειστικός συνώνυμα, πειστικός λόγος σαββάλας, πειστικός λόγος 1, πειστικός λόγος τεύχος α, πειστικός λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, πειστικός στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- πεισμωμένος στα λευκορωσικά - peismomenos
- πειστήριο στα λευκορωσικά - выстава, выстаўка
- πελάτης στα λευκορωσικά - кліент, пакупнік
- πελέκι στα λευκορωσικά - сякера, бадзёры
Τυχαίες λέξεις
Πειστικός στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: пераканаўчы, пераканаўча, пераканаўчая, пераканаўчую, важкі
Μεταφράσεις: пераканаўчы, пераканаўча, пераканаўчая, пераканаўчую, важкі