Πειστικός στα ρουμανικά

Μετάφραση: πειστικός, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
convingător, convingătoare, convingatoare, convingator, de convingătoare
Πειστικός στα ρουμανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πειστικός

πειστικός λόγος κούτρας, πειστικός συνώνυμα, πειστικός λόγος σαββάλας, πειστικός λόγος 1, πειστικός λόγος τεύχος α, πειστικός λεξικό γλώσσας ρουμανικά, πειστικός στα ρουμανικά

Μεταφράσεις

  • πεισμωμένος στα ρουμανικά - încăpăţânat, peismomenos
  • πειστήριο στα ρουμανικά - dovadă, exponat, prezintă, expozitie, expoziție, expune
  • πελάτης στα ρουμανικά - client, clientului, clientul, o comanda A, a clientului
  • πελέκι στα ρουμανικά - topor, crengi, Tocatoare, chipper, Concasor crengi, Tocatoare de lemn
Τυχαίες λέξεις
Πειστικός στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: convingător, convingătoare, convingatoare, convingator, de convingătoare