Πειστικός στα τούρκικα
Μετάφραση: πειστικός, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
inandırıcı, ikna edici, ikna, ikna edici bir, inandırıcı bir
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πειστικός
πειστικός λόγος κούτρας, πειστικός συνώνυμα, πειστικός λόγος σαββάλας, πειστικός λόγος 1, πειστικός λόγος τεύχος α, πειστικός λεξικό γλώσσας τούρκικα, πειστικός στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- πεισμωμένος στα τούρκικα - inatçı, peismomenos
- πειστήριο στα τούρκικα - deneme, delil, kanıt, ispat, sergi, sergisi, sergiler, ...
- πελάτης στα τούρκικα - müvekkil, müşteri, Customer, müşterinin, müflteri
- πελέκι στα τούρκικα - Öğütme, parçalayıcı, Chipper, Donanim, öğütücü
Τυχαίες λέξεις
Πειστικός στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: inandırıcı, ikna edici, ikna, ikna edici bir, inandırıcı bir
Μεταφράσεις: inandırıcı, ikna edici, ikna, ikna edici bir, inandırıcı bir