Πειστικός στα φινλανδικά

Μετάφραση: πειστικός, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
vakuuttava, vakuuttavia, vakuuttavaa, vakuuttavasti, vakuuttavan
Πειστικός στα φινλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πειστικός

πειστικός λόγος κούτρας, πειστικός συνώνυμα, πειστικός λόγος σαββάλας, πειστικός λόγος 1, πειστικός λόγος τεύχος α, πειστικός λεξικό γλώσσας φινλανδικά, πειστικός στα φινλανδικά

Μεταφράσεις

  • πεισμωμένος στα φινλανδικά - itsepintainen, itsepäinen, vastahankainen, härkäpäinen, uppiniskainen, jääräpäinen, peismomenos
  • πειστήριο στα φινλανδικά - todistusaineisto, oikolukea, todiste, näyttö, osoitus, näyttely, näyttelytila, ...
  • πελάτης στα φινλανδικά - asiakas, toimeksiantaja, asiakkaan, asiakkaiden, asiakkaalle, asiakkaaksi
  • πελέκι στα φινλανδικά - kirves, hakata, hakkuri, hakkurin, chipper, hakkurilla, hakun
Τυχαίες λέξεις
Πειστικός στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: vakuuttava, vakuuttavia, vakuuttavaa, vakuuttavasti, vakuuttavan