Πειστικός στα σλοβενικά
Μετάφραση: πειστικός, Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
prepričljiva, prepričljiv, prepričljivi, prepričljivo, prepričljive
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πειστικός
πειστικός λόγος κούτρας, πειστικός συνώνυμα, πειστικός λόγος σαββάλας, πειστικός λόγος 1, πειστικός λόγος τεύχος α, πειστικός λεξικό γλώσσας σλοβενικά, πειστικός στα σλοβενικά
Μεταφράσεις
- πεισμωμένος στα σλοβενικά - peismomenos
- πειστήριο στα σλοβενικά - razstava, eksponat, razstavo, kažejo, kažeta
- πελάτης στα σλοβενικά - klient, stranka, stranke, kupca, kupec, kupcev
- πελέκι στα σλοβενικά - sekalnik, drobilec, chipper, sekljanje, grobo sekljanje
Τυχαίες λέξεις
Πειστικός στα σλοβενικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Μεταφράσεις: prepričljiva, prepričljiv, prepričljivi, prepričljivo, prepričljive
Μεταφράσεις: prepričljiva, prepričljiv, prepričljivi, prepričljivo, prepričljive