Στρώνω στα ιταλικά
Μετάφραση: στρώνω, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
mettere, posare, laico, deporre, collocare, porre, cospargere, spargere, strew, sparge, cospargete
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: στρώνω
στρώνω πετσέτα, στρώνω πλακάκια, στρώνω τραπέζι, ονειροκριτης στρώνω, στρώνω κάποιον στη δουλειά, στρώνω λεξικό γλώσσας ιταλικά, στρώνω στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- στροφή στα ιταλικά - treccia, piega, fila, vicenda, rivolgere, ritorcere, piegare, ...
- στρώμα στα ιταλικά - foglio, strato, materasso, livello, strato di, strati, livello di
- στρώση στα ιταλικά - strato, mano, livello, strato di, strati, livello di
- στυγνός στα ιταλικά - insensibile, brutale, brutali, efferato
Τυχαίες λέξεις
Στρώνω στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: mettere, posare, laico, deporre, collocare, porre, cospargere, spargere, strew, sparge, cospargete
Μεταφράσεις: mettere, posare, laico, deporre, collocare, porre, cospargere, spargere, strew, sparge, cospargete