Στρώνω στα λευκορωσικά
Μετάφραση: στρώνω, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
пасыпаць
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: στρώνω
στρώνω πετσέτα, στρώνω πλακάκια, στρώνω τραπέζι, ονειροκριτης στρώνω, στρώνω κάποιον στη δουλειά, στρώνω λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, στρώνω στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- στροφή στα λευκορωσικά - араць, паварот, заваротак
- στρώμα στα λευκορωσικά - лiст, сукно, пласт, слой
- στρώση στα λευκορωσικά - пласт, слой
- στυγνός στα λευκορωσικά - жорсткі, люты, жорсткае
Τυχαίες λέξεις
Στρώνω στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: пасыпаць
Μεταφράσεις: пасыпаць