Εισβάλλω στα κροατικά
Μετάφραση: εισβάλλω, Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
κροατικά
Μεταφράσεις:
upasti, zauzeti, napasti, napadnu, invaziju
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εισβάλλω
συμβάλλω συνωνυμα, αναβάλλω αγγλικα, επιβάλλω κλίση, εισβάλλω λεξικό γλώσσας κροατικά, εισβάλλω στα κροατικά
Μεταφράσεις
- εισαγωγή στα κροατικά - predstavljanje, uvođenju, uvođenje, uvod, predgovor, uvođenja, Upoznavanje, ...
- εισαγωγικός στα κροατικά - početni, uvodni, uvodnom, uvodna, uvodno, uvodnog
- εισβολέας στα κροατικά - nametljivac, napadač, napadaču, napadača, napadac, je napadač
- εισβολή στα κροατικά - najezda, upad, provalom, invazija, invazije, Invasion, invaziju
Τυχαίες λέξεις
Εισβάλλω στα κροατικά - Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Μεταφράσεις: upasti, zauzeti, napasti, napadnu, invaziju
Μεταφράσεις: upasti, zauzeti, napasti, napadnu, invaziju