Εισβάλλω στα ρουμανικά

Μετάφραση: εισβάλλω, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
invada, invadeze, invadeaza, invadează, a invada
Εισβάλλω στα ρουμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εισβάλλω

συμβάλλω συνωνυμα, αναβάλλω αγγλικα, επιβάλλω κλίση, εισβάλλω λεξικό γλώσσας ρουμανικά, εισβάλλω στα ρουμανικά

Μεταφράσεις

  • εισαγωγή στα ρουμανικά - introducere, debut, introducerea, introducerii, prezentare
  • εισαγωγικός στα ρουμανικά - introductiv, introductivă, introductive, introducere
  • εισβολέας στα ρουμανικά - intrus, invadator, atacator, atacatorul, atacatorului, atacator de, atacant
  • εισβολή στα ρουμανικά - invazie, invazia, invaziei, invazii, de invazie
Τυχαίες λέξεις
Εισβάλλω στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: invada, invadeze, invadeaza, invadează, a invada