Εισβάλλω στα τούρκικα
Μετάφραση: εισβάλλω, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
istila etmek, saldırmak, işgal, istila, invaze
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εισβάλλω
συμβάλλω συνωνυμα, αναβάλλω αγγλικα, επιβάλλω κλίση, εισβάλλω λεξικό γλώσσας τούρκικα, εισβάλλω στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- εισαγωγή στα τούρκικα - başlangıç, giriş, Tanıtım, tanıtımı, tanıtılması, bir giriş
- εισαγωγικός στα τούρκικα - tanıtıcı, giriş, tanıtım, başlangıç, giriş niteliğinde
- εισβολέας στα τούρκικα - saldırgan, saldırganın, bir saldırganın
- εισβολή στα τούρκικα - istila, işgali, işgal, invazyon, invazyonu
Τυχαίες λέξεις
Εισβάλλω στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: istila etmek, saldırmak, işgal, istila, invaze
Μεταφράσεις: istila etmek, saldırmak, işgal, istila, invaze