Εισβάλλω στα σλαβομακεδονικά

Μετάφραση: εισβάλλω, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
инвазија, ги нападне, нападне, инвазија на, инвазија врз
Εισβάλλω στα σλαβομακεδονικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εισβάλλω

συμβάλλω συνωνυμα, αναβάλλω αγγλικα, επιβάλλω κλίση, εισβάλλω λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, εισβάλλω στα σλαβομακεδονικά

Μεταφράσεις

  • εισαγωγή στα σλαβομακεδονικά - воведувањето, воведување, вовед, запознавање, воведот
  • εισαγωγικός στα σλαβομακεδονικά - воведна, воведната, воведни, воведен, воведниот
  • εισβολέας στα σλαβομακεδονικά - напаѓачот, напаѓач, на напаѓачот, напаѓачот се
  • εισβολή στα σλαβομακεδονικά - инвазија, инвазијата, нарушување
Τυχαίες λέξεις
Εισβάλλω στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: инвазија, ги нападне, нападне, инвазија на, инвазија врз