Διοικώ στα λατινικά

Μετάφραση: διοικώ, Λεξικό: ελληνικά » λατινικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λατινικά
Μεταφράσεις:
curo
Διοικώ στα λατινικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διοικώ

διοικώ αρχικοι χρονοι, διοικώ συνώνυμο, διοικώ συνώνυμα, διοικώ μετάφραση, διοικώ ετυμολογία, διοικώ λεξικό γλώσσας λατινικά, διοικώ στα λατινικά

Μεταφράσεις

  • διοικητικός στα λατινικά - procuratio, administratio
  • διορίζομαι στα λατινικά - obsido
Τυχαίες λέξεις
Διοικώ στα λατινικά - Λεξικό: ελληνικά » λατινικά
Μεταφράσεις: curo