Άτομο στα λετονικά
Μετάφραση: άτομο, Λεξικό: ελληνικά » λετονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λετονικά
Μεταφράσεις:
cilvēks, persona, mirstīgais, daļiņa, atoms, kripatiņa, personai, personu
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: άτομο
άτομο με εισόδημα κάτω του αφορολόγητου ορίου, άτομο και οικογένεια στην ομηρική κοινωνία, άτομο υδρογόνου, άτομο φροντιστήριο πάτρα, άτομο οξυγόνου, άτομο λεξικό γλώσσας λετονικά, άτομο στα λετονικά
Μεταφράσεις
- άτιμος στα λετονικά - negodīgs, blēdīgs
- άτολμος στα λετονικά - kautrīgs, pamuļķīgs, bailīgs
- άτονος στα λετονικά - gurdens, garlaicīgs, lēns, apātisks
- άτρακτος στα λετονικά - vārpsta, vārpstas, vārpstveida, vārpstu, spindle
Τυχαίες λέξεις
Άτομο στα λετονικά - Λεξικό: ελληνικά » λετονικά
Μεταφράσεις: cilvēks, persona, mirstīgais, daļiņa, atoms, kripatiņa, personai, personu
Μεταφράσεις: cilvēks, persona, mirstīgais, daļiņa, atoms, kripatiņa, personai, personu