Διακόπτω στα λετονικά

Μετάφραση: διακόπτω, Λεξικό: ελληνικά » λετονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λετονικά
Μεταφράσεις:
pauze, pārtraukums, pārtraukt, pārtrauc, pārtrauktu, nepārtrauc, pārtrauciet
Διακόπτω στα λετονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διακόπτω

διακόπτω english, διακόπτω κλίση, διακόπτω συνώνυμα, διακόπτω συνώνυμο, διακόπτω στα αγγλικά, διακόπτω λεξικό γλώσσας λετονικά, διακόπτω στα λετονικά

Μεταφράσεις

  • διακυμαίνομαι στα λετονικά - krāsns, plīts, vērtēt, pavards, svārstīties, svārstās, svārstīsies, ...
  • διακόπτης στα λετονικά - slēdzis, pārmija, slēdzi, switch, slēdža, pāreja
  • διακόρευση στα λετονικά - diakorefsi
  • διακύμανση στα λετονικά - svārstīšanās, svārstības, svārstību, svārstībām
Τυχαίες λέξεις
Διακόπτω στα λετονικά - Λεξικό: ελληνικά » λετονικά
Μεταφράσεις: pauze, pārtraukums, pārtraukt, pārtrauc, pārtrauktu, nepārtrauc, pārtrauciet