Μοιράζομαι στα λευκορωσικά
Μετάφραση: μοιράζομαι, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
доля ў, дзель у, дзель
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μοιράζομαι
μοιράζομαι συνώνυμα, μοιράζομαι ορισμός, μοιράζομαι το αυτοκίνητο, μοιράζομαι γνωμικά, μοιράζομαι και ωριμάζω, μοιράζομαι λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, μοιράζομαι στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- μοίρα στα λευκορωσικά - лёс, судьба
- μοδίστρα στα λευκορωσικά - швачка, швея
- μοιράζω στα λευκορωσικά - аддаць, аддаваць, здзелка, ўгода, пагадненне, угода, зьдзелка
- μοιραίος στα λευκορωσικά - фатальны, фатальнай, рокавай, ракавой, ракавы
Τυχαίες λέξεις
Μοιράζομαι στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: доля ў, дзель у, дзель
Μεταφράσεις: доля ў, дзель у, дзель