Μοιράζομαι στα ρουμανικά
Μετάφραση: μοιράζομαι, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
contribuţie, pondere, cota, social, cota de, cotă
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μοιράζομαι
μοιράζομαι συνώνυμα, μοιράζομαι ορισμός, μοιράζομαι το αυτοκίνητο, μοιράζομαι γνωμικά, μοιράζομαι και ωριμάζω, μοιράζομαι λεξικό γλώσσας ρουμανικά, μοιράζομαι στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- μοίρα στα ρουμανικά - fâşie, despica, destin, soartă, soarta, destinul, evoluția
- μοδίστρα στα ρουμανικά - croitoreasă, croitoreasa, cusătoreasă, lenjereasă, croitorie
- μοιράζω στα ρουμανικά - despica, contribuţie, afacere, deal, acord, înțelegere, foarte
- μοιραίος στα ρουμανικά - veninos, mortal, fatal, fatale, fatală, fatala, letale
Τυχαίες λέξεις
Μοιράζομαι στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: contribuţie, pondere, cota, social, cota de, cotă
Μεταφράσεις: contribuţie, pondere, cota, social, cota de, cotă