Μοιράζομαι στα τούρκικα
Μετάφραση: μοιράζομαι, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
pay, payı, içindeki payı, yılında gerçekleşen hisse, nda gerçekleflen hisse
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μοιράζομαι
μοιράζομαι συνώνυμα, μοιράζομαι ορισμός, μοιράζομαι το αυτοκίνητο, μοιράζομαι γνωμικά, μοιράζομαι και ωριμάζω, μοιράζομαι λεξικό γλώσσας τούρκικα, μοιράζομαι στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- μοίρα στα τούρκικα - bölünme, yarılmak, kader, takım, kısmet, kaderi, kaderini, ...
- μοδίστρα στα τούρκικα - terzi, seamstress, bir terzi, kadın terzi, Kadın terzisi
- μοιράζω στα τούρκικα - yarılmak, miktar, bölünme, pay, anlaşma, bir anlaşma, deal, ...
- μοιραίος στα τούρκικα - öldürücü, zehirli, ölümcül, fatal, ölümcül bir, ölüm
Τυχαίες λέξεις
Μοιράζομαι στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: pay, payı, içindeki payı, yılında gerçekleşen hisse, nda gerçekleflen hisse
Μεταφράσεις: pay, payı, içindeki payı, yılında gerçekleşen hisse, nda gerçekleflen hisse