Σκαμπό στα λευκορωσικά
Μετάφραση: σκαμπό, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
крэсла, стул
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σκαμπό
σκαμπό μπαρ θεσσαλονίκη, σκαμπό ikea, σκαμπό μπαρ τιμές, σκαμπό τροχήλατο, σκαμπό με πλάτη, σκαμπό λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, σκαμπό στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- σκαλωσιά στα λευκορωσικά - будаўнічыя
- σκαμνί στα λευκορωσικά - крэсла, стул
- σκανδάλη στα λευκορωσικά - трыгер
- σκανδαλώδης στα λευκορωσικά - скандальны, скандальнае
Τυχαίες λέξεις
Σκαμπό στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: крэсла, стул
Μεταφράσεις: крэсла, стул