Σκαμπό στα πορτογαλικά

Μετάφραση: σκαμπό, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
pedra, lapidar, tamborete, tamboretes, fezes, banquinhos, banquetas, bancos
Σκαμπό στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σκαμπό

σκαμπό μπαρ θεσσαλονίκη, σκαμπό ikea, σκαμπό μπαρ τιμές, σκαμπό τροχήλατο, σκαμπό με πλάτη, σκαμπό λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, σκαμπό στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • σκαλωσιά στα πορτογαλικά - andaime, andaimes, scaffolding, de andaimes, armação
  • σκαμνί στα πορτογαλικά - pedra, lapidar, tamborete, banquinho, banqueta, fezes, banco
  • σκανδάλη στα πορτογαλικά - triciclo, disparador, gatilho, trigger, de disparo, acionador
  • σκανδαλώδης στα πορτογαλικά - repugnante, abominável, escandaloso, escandalosa, escândalo, escandalosas, escandalosos
Τυχαίες λέξεις
Σκαμπό στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: pedra, lapidar, tamborete, tamboretes, fezes, banquinhos, banquetas, bancos