Σκαμπό στα ουγγρικά
Μετάφραση: σκαμπό, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
hokedli, csalimadár, ablakpárkány, széklet, székek, székletben, széklete, széklettel
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σκαμπό
σκαμπό μπαρ θεσσαλονίκη, σκαμπό ikea, σκαμπό μπαρ τιμές, σκαμπό τροχήλατο, σκαμπό με πλάτη, σκαμπό λεξικό γλώσσας ουγγρικά, σκαμπό στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- σκαλωσιά στα ουγγρικά - állványzat, épületállvány, vérpad, állvány, állványozás, állványok, állványzatok
- σκαμνί στα ουγγρικά - hokedli, csalimadár, ablakpárkány, széklet, székletben, szék, széken, ...
- σκανδάλη στα ουγγρικά - kioldógomb, kioldó, ravasz, ravaszt, kiváltó, indító
- σκανδαλώδης στα ουγγρικά - botrányos, botrányosnak, a botrányos, felháborító
Τυχαίες λέξεις
Σκαμπό στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: hokedli, csalimadár, ablakpárkány, széklet, székek, székletben, széklete, széklettel
Μεταφράσεις: hokedli, csalimadár, ablakpárkány, széklet, székek, székletben, széklete, széklettel