Σκαμπό στα σλοβενικά
Μετάφραση: σκαμπό, Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
blato, stoli, stolica, blata, stoli brez naslonjala
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σκαμπό
σκαμπό μπαρ θεσσαλονίκη, σκαμπό ikea, σκαμπό μπαρ τιμές, σκαμπό τροχήλατο, σκαμπό με πλάτη, σκαμπό λεξικό γλώσσας σλοβενικά, σκαμπό στα σλοβενικά
Μεταφράσεις
- σκαλωσιά στα σλοβενικά - gradbeni oder, gradbeni odri, gradbene odre, zidarski odri
- σκαμνί στα σλοβενικά - stolček, blatu, stol, blato, stool
- σκανδάλη στα σλοβενικά - sprožilec, sprožilni, sprožilca, povod, sprožitvena
- σκανδαλώδης στα σλοβενικά - škandalozno, škandalozen, škandalozna, škandalozne, škandalozni
Τυχαίες λέξεις
Σκαμπό στα σλοβενικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Μεταφράσεις: blato, stoli, stolica, blata, stoli brez naslonjala
Μεταφράσεις: blato, stoli, stolica, blata, stoli brez naslonjala