Σκαμπό στα φινλανδικά
Μετάφραση: σκαμπό, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
rahi, palli, wc-istuin, uloste, jakkara, jakkarat, ulosteet, ulosteista, ulosteessa
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σκαμπό
σκαμπό μπαρ θεσσαλονίκη, σκαμπό ikea, σκαμπό μπαρ τιμές, σκαμπό τροχήλατο, σκαμπό με πλάτη, σκαμπό λεξικό γλώσσας φινλανδικά, σκαμπό στα φινλανδικά
Μεταφράσεις
- σκαλωσιά στα φινλανδικά - lava, rakennustelineet, telineet, telineet ja lisäosat, telineet ja, rakennustelineiden
- σκαμνί στα φινλανδικά - wc-istuin, rahi, palli, uloste, jakkara, Baarijakkara, ulosteesta, ...
- σκανδάλη στα φινλανδικά - liipaisin, laukaisin, laukaista, liipaisinta, liipaisimen, laukaisinta
- σκανδαλώδης στα φινλανδικά - järjetön, mahtava, hirveä, pöyristyttävä, pöyristyttävää, skandaali, skandaalimaista
Τυχαίες λέξεις
Σκαμπό στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: rahi, palli, wc-istuin, uloste, jakkara, jakkarat, ulosteet, ulosteista, ulosteessa
Μεταφράσεις: rahi, palli, wc-istuin, uloste, jakkara, jakkarat, ulosteet, ulosteista, ulosteessa