Σκαμπό στα πολωνικά

Μετάφραση: σκαμπό, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
taboret, stołek, klęcznik, kał, zydel, stolec, taborety, stolce, stołki, taboretów
Σκαμπό στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σκαμπό

σκαμπό μπαρ θεσσαλονίκη, σκαμπό ikea, σκαμπό μπαρ τιμές, σκαμπό τροχήλατο, σκαμπό με πλάτη, σκαμπό λεξικό γλώσσας πολωνικά, σκαμπό στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • σκαλωσιά στα πολωνικά - rusztowanie, szafot, estrada, szkielet, rusztowania, rusztowań, Scaffolding, ...
  • σκαμνί στα πολωνικά - klęcznik, zydel, stolec, taboret, stołek, kał, stool
  • σκανδάλη στα πολωνικά - hamulec, wyzwalać, wyzwalacz, cyngiel, przerzutnik, cyrkiel, rozpętać, ...
  • σκανδαλώδης στα πολωνικά - niegodziwy, obrażający, gwałtowny, bezczelny, skandaliczny, ciężki, znieważający, ...
Τυχαίες λέξεις
Σκαμπό στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: taboret, stołek, klęcznik, kał, zydel, stolec, taborety, stolce, stołki, taboretów