Υπόκωφος στα λευκορωσικά

Μετάφραση: υπόκωφος, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
пусты, полы, полый, полае
Υπόκωφος στα λευκορωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: υπόκωφος

υπόκωφος ορισμός, υπόκωφος ήχος, υπόκωφος λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, υπόκωφος στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • υπόδικος στα λευκορωσικά - адказчык, адказнік, атветчык
  • υπόθεση στα λευκορωσικά - матерыя, магазын, справа, справу
  • υπόλειμμα στα λευκορωσικά - рэшту, астатак, рэшта, рэштка, рэшткі
  • υπόληψη στα λευκορωσικά - рэпутацыя, рэпутацыю
Τυχαίες λέξεις
Υπόκωφος στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: пусты, полы, полый, полае