Υπόκωφος στα τούρκικα

Μετάφραση: υπόκωφος, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
boş, oyuk, içi boş, içi boş bir, delikli
Υπόκωφος στα τούρκικα
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: υπόκωφος

υπόκωφος ορισμός, υπόκωφος ήχος, υπόκωφος λεξικό γλώσσας τούρκικα, υπόκωφος στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • υπόδικος στα τούρκικα - davalı, sorumlu, Savunmacı
  • υπόθεση στα τούρκικα - vaka, özdek, dava, mesele, görev, durum, öz, ...
  • υπόλειμμα στα τούρκικα - iz, çizmek, tortu, artık, kalıntı
  • υπόληψη στα τούρκικα - itibar, ün, ünü, üne, itibarı
Τυχαίες λέξεις
Υπόκωφος στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: boş, oyuk, içi boş, içi boş bir, delikli