Υπόκωφος στα νορβηγικά

Μετάφραση: υπόκωφος, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
hule, hul, Hollow, hult, isolerende
Υπόκωφος στα νορβηγικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: υπόκωφος

υπόκωφος ορισμός, υπόκωφος ήχος, υπόκωφος λεξικό γλώσσας νορβηγικά, υπόκωφος στα νορβηγικά

Μεταφράσεις

  • υπόδικος στα νορβηγικά - respondent, respondenten, oppgavegiver, ankemotparten, IO
  • υπόθεση στα νορβηγικά - sak, forretning, ting, forutsetning, materie, jobb, butikk, ...
  • υπόλειμμα στα νορβηγικά - tegne, spor, erindring, spore, far, levning, rest, ...
  • υπόληψη στα νορβηγικά - aktelse, rykte, omdømme, omdømme i, omdømmet, anseelse
Τυχαίες λέξεις
Υπόκωφος στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: hule, hul, Hollow, hult, isolerende