Γενειοφόρος στα νορβηγικά
Μετάφραση: γενειοφόρος, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
skjeggete, bearded, skjegg, skjegget, beskjegget
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γενειοφόρος
γενειοφόρος δράκος φροντιδα, γενειοφόρος δράκος τιμή, γενειοφόρος δράκος, γενειοφόρος φώκια, γενειοφόρος λεξικό γλώσσας νορβηγικά, γενειοφόρος στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- γενέθλια στα νορβηγικά - fødselsdag, bursdag, bursdagen, bursdags
- γενίκευση στα νορβηγικά - generalisering, generaliser, generaliseringen, generalization, generaliserings
- γενετικός στα νορβηγικά - genetisk, genetiske, arve, arvelig
- γενιά στα νορβηγικά - generasjon, generasjonen, generasjons, generering, slekt
Τυχαίες λέξεις
Γενειοφόρος στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: skjeggete, bearded, skjegg, skjegget, beskjegget
Μεταφράσεις: skjeggete, bearded, skjegg, skjegget, beskjegget