Γενειοφόρος στα φινλανδικά
Μετάφραση: γενειοφόρος, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
parrakas, bearded, partakorppikotka, parrakkaan, partainen
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γενειοφόρος
γενειοφόρος δράκος φροντιδα, γενειοφόρος δράκος τιμή, γενειοφόρος δράκος, γενειοφόρος φώκια, γενειοφόρος λεξικό γλώσσας φινλανδικά, γενειοφόρος στα φινλανδικά
Μεταφράσεις
- γενέθλια στα φινλανδικά - syntymäpäivä, syntymäpäivää, birthday, vuotta, syntymäpäivälahjaksi
- γενίκευση στα φινλανδικά - yleistys, yleistäminen, yleistymistä, yleistämistä, yleistystä
- γενετικός στα φινλανδικά - geneettinen, geneettisen, geneettisten, geneettistä, geneettisiä
- γενιά στα φινλανδικά - ikäluokka, sukupolvi, sukupolven, sukupolvea, polven, tuotanto
Τυχαίες λέξεις
Γενειοφόρος στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: parrakas, bearded, partakorppikotka, parrakkaan, partainen
Μεταφράσεις: parrakas, bearded, partakorppikotka, parrakkaan, partainen