Γενειοφόρος στα σλοβενικά
Μετάφραση: γενειοφόρος, Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
bradati, brkati, bradat, bearded, brado
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γενειοφόρος
γενειοφόρος δράκος φροντιδα, γενειοφόρος δράκος τιμή, γενειοφόρος δράκος, γενειοφόρος φώκια, γενειοφόρος λεξικό γλώσσας σλοβενικά, γενειοφόρος στα σλοβενικά
Μεταφράσεις
- γενέθλια στα σλοβενικά - rojstni dan, za rojstni dan, birthday, rojstni
- γενίκευση στα σλοβενικά - posplošitev, posploševanje, generalizacije, posploševanja, generalizacija
- γενετικός στα σλοβενικά - genetska, genetsko, genetske, genetski, genska
- γενιά στα σλοβενικά - generacija, generacije, generacijo, proizvodnja, proizvodnjo
Τυχαίες λέξεις
Γενειοφόρος στα σλοβενικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Μεταφράσεις: bradati, brkati, bradat, bearded, brado
Μεταφράσεις: bradati, brkati, bradat, bearded, brado