Ερημίτης στα πολωνικά

Μετάφραση: ερημίτης, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
pustelnik, anachoreta, eremita, pustelnika, pustelnikiem, hermit
Ερημίτης στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ερημίτης

ερημίτησ παξοί, μάκησ ερημίτησ, ερημίτης κέρκυρα, ερημίτης ταρώ, ερημίτης κάβουρας, ερημίτης λεξικό γλώσσας πολωνικά, ερημίτης στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • ερευνητής στα πολωνικά - badacze, badacz, naukowiec, naukowca, badaczem, badacza
  • ερευνώ στα πολωνικά - badać, wypytać, sprawdzać, ryć, pytać, przeglądać, wyszukiwać, ...
  • ερημικός στα πολωνικά - pustelniczy, ustronny, zaciszny, odosobniony, pustelnik, samotnik, odludek, ...
  • ερημώνω στα πολωνικά - spustoszyć, niszczyć, wyludniać, dewastować, pustoszyć, zdewastować, zdruzgotany, ...
Τυχαίες λέξεις
Ερημίτης στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: pustelnik, anachoreta, eremita, pustelnika, pustelnikiem, hermit