Δυο στα ουγγρικά
Μετάφραση: δυο, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
kettes, két, a két, kettő
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δυο
δυο εγωισμοι, δυο ξενοι επεισοδια, δυο ψυχες τσανακλιδου, δυο μερες μονο στιχοι, δυο ψεματα, δυο λεξικό γλώσσας ουγγρικά, δυο στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- δυνατά στα ουγγρικά - hangosan, többen, hangos, hangosabban
- δυνατός στα ουγγρικά - tekintélyes, lehetséges, lehető, lehetővé, lehet, esetleges
- δυσάρεστος στα ουγγρικά - hálátlan, ellenszenves, kellemetlen, a kellemetlen, kellemetlennek, kellemetlenkedő
- δυσανάγνωστος στα ουγγρικά - olvashatatlan, olvashatatlanná, olvasható, nem olvasható, olvashatatlanul
Τυχαίες λέξεις
Δυο στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: kettes, két, a két, kettő
Μεταφράσεις: kettes, két, a két, kettő